Το περιαστικό δάσος της Θεσσαλονίκης, γνωστό με την ονομασία Σεϊχ-Σου ή την ελληνική ονομασία Κέδρινος λόφος ,εκτείνεται στους λόφους που περιβάλλουν την πόλη σε υψόμετρο που κυμαίνεται από 50 έως 450 μέτρα, ενώ οι κλίσεις που επικρατούν είναι μέτριες έως και αρκετά απότομες σε κάποια μονοπάτια.
Οι πρώτες καταγεγραμμένες αναφορές για το περιαστικό δάσος, τη Βυζαντινή περίοδο, μιλούν για την ύπαρξη πηγών, ποταμών και πυκνού δάσους από δρυς, το οποίο εκμεταλλευόταν (κυρίως για ξύλευση) οι κάτοικοι. Κάποια τμήματά του επιβιώνουν ακόμη και σήμερα στην περιοχή Κουρί στο Ασβεστοχώρι αποτελώντας μοναδικό «ιστορικό μάρτυρα» του δάσους.
Την ονομασία «Σεϊχ-Σου», που σημαίνει το «νερό του Σεΐχη», το απέκτησε την περίοδο της Τουρκοκρατίας και οφείλεται σ’ ένα νεκρικό μουσουλμανικό μνημείο (τουρμπέ) και στο κτίσμα της πηγής. Το ερείπιο της πηγής υπάρχει ακόμη, στην τοποθεσία «Χίλια Δέντρα».
Μέχρι τη δεκαετία του 1930, η συνεχής ξύλευση, η υπερβολική βόσκηση, η εκχέρσωση και γενικά η υπερεκμετάλλευση οδήγησαν στην υποβάθμιση του δάσους.
Το περιαστικό δάσος δημιουργήθηκε τη δεκαετία του΄30 με στόχο την αναβάθμιση του υποβαθμισμένου τότε οικοσυστήματος, ώστε με τη σταθεροποίηση των εδαφών να αποτραπούν τα πλημμυρικά φαινόμενα που συχνά ταλαιπωρούσαν την πόλη.
Οι πρώτες αναδασώσεις υλοποιήθηκαν από καθηγητές και φοιτητές της Δασολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. το 1929, όταν φυτεύτηκαν κυρίως τραχεία Πεύκη και κατά θέσεις κυπαρίσσια. Οι αναδασώσεις συνεχίστηκαν ιδιαίτερα μετά το 1934 και μέχρι τη μεταπολεμική περίοδο.
Τον Ιούλιο του 1997 το περιαστικό δάσος Θεσσαλονίκης υπέστη φοβερή οικολογική καταστροφή, καθώς το 55% της συνολικής του έκτασης (16.640 στρέμματα) κάηκε.
Τα έργα αποκατάστασης του καμένου δάσους (κατασκευή έργων αντιδιαβρωτικής – αντιπλημμυρικής προστασίας, έργα αναδάσωσης- βελτίωσης της βλάστησης κ.λπ.), δημιούργησαν την ύπαρξη ενός δάσους που κατά 55% είναι ένα νεαρό και ευαίσθητο οικοσύστημα.
Το Σεϊχ Σου την δεκαετία του ΄50
Χλωρίδα
Στο Σεϊχ Σου φιλοξενούνται 277 είδη ανώτερων φυτών, ανάμεσα στα οποία κάποια προστατευόμενα, όπως το χελιδονόχορτο (Digitalis lanata). Το μεγαλύτερο τμήμα του δάσους, περίπου 75%, καλύπτεται από πευκοδάση, ενώ σημαντική είναι και η παρουσία κυπαρισσιών, κυρίων αειθαλών και της Αριζόνας. Στις βόρειες και βορειοανατολικές πλευρές του δάσους υπάρχουν σημαντικές εκτάσεις με πουρνάρια, ενώ κατά μήκος των υδάτινων ρευμάτων φύονται πλάτανοι, με κυρίαρχο είδος τον ανατολικό πλάτανο.
Πανίδα
Υπολογίζεται ότι στο Σεϊχ-Σου συναντώνται πάνω από 80 είδη πτηνών, μεταξύ των οποίων είναι ο φιδαετός, ο κούκος, το χελιδόνι, το ορτύκι, ο τσαλαπετεινός, η πετροπέρδικα, το αηδόνι, το αγριοπερίστερο, η κουκουβάγια, η κίσσα, η τσίχλα και η καρακάξα. Αξίζει, επίσης, να αναφερθεί ότι από τα 407 είδη που αριθμεί η ορνιθοπανίδα της Ελλάδας, το 23,3% συναντάται στο Σεϊχ-Σου.
Από θηλαστικά συναντούμε λαγούς, αλεπούδες, νυφίτσες, ασβούς, κουνάβια, σκαντζόχοιρους και τρωκτικά ζώα (σκίουρους, αρουραίους, κ.α.).
Όσον αφορά στα αμφίβια και στα ερπετά που κατοικούν εδώ, διασημότεροι εκπρόσωποί τους είναι οι σαλαμάνδρες, οι λιμνοβάτραχοι, οι φρύνοι, τα νερόφιδα, καθώς και η μεσογειακή χελώνα. Στο Σεϊχ- Σου συναντάται και ένα σπάνιο είδος σαύρας, Stellio agama, γνωστό με την ονομασία «κροκοδειλάκι»